- αγρόστεμμα
- (agrostemma).Γένος δικοτυλήδων φυτών της οικογένειας των καρυοφυλλιδών. Είναι φυτά ποώδη, μονοετή ή διετή με φύλλα αντίθετα, στενόμακρα και οξύληκτα. Τα άνθη τους έχουν κάλυκα με ένα σέπαλο και στεφάνη με πέντε πέταλα. Ο καρπός τους είναι κάψα, μονόχωρη με πολλά σπέρματα. Ένα είδος του φυτού αυτού, γνωστό και στην Ελλάδα ως γόγγολη, κόκκοληαγριοκουκκιά, φυτρώνει στα χωράφια με σιτηρά και είναι επικίνδυνο γιατί τα σπέρματά του περιέχουν ισχυρό δηλητήριο. Πρόκειται για το αγροστεμμαϊκό οξύ,που δρα αιμολυτικά, αποσπώντας τη χρωστική στα ερυθρά αιμοσφαίρια. Τα σπέρματα του ίδιου φυτού περιέχουν και την αγροστεμματίνη, ουσίααλκαλοειδή. Από το ίδιο φυτό παράγεται και η χημική ουσία αγροστεμμασαπωτοξίνη,που με υδρόλυση παρέχει διάφορα σάκχαρα και έχει εμετικές και καθαρτικές ιδιότητες.
Dictionary of Greek. 2013.